Καρκίνος ουροδόχου κύστης : συμπτώματα και διάγνωση

Περίπου 83.200 νέες περιπτώσεις καρκίνου της ουροδόχου κύστης διαγιγνώσκονται κατά έτος στις Η.Π.Α.. Τόσο η επίπτωση, όσο και η θνητότητα από τη νόσο αυτή ελαττώνονται τα τελευταία έτη. Πολύ σημαντική κρίνεται η έγκαιρη διάγνωση, όταν η νόσος περιορίζεται στην ουροδόχο κύστη.

 

Συμπτώματα που μπορεί να μαρτυρούν καρκίνο της ουροδόχου κύστης :

  • Αιματουρία, είτε με τη μορφή ορατού αίματος στα ούρα (μακροσκοπική αιματουρία) είτε με την παρουσία αίματος σε γενική εξέταση ούρων (μικροσκοπική αιματουρία), που αποτελεί και το συχνότερο σύμπτωμα.
  • Συχνουρία ή συχνή έπειξη για ούρηση, χωρίς όμως αυτή να καθίσταται δυνατή.
  • Άλγος κατά την ούρηση και δυσουρικά ενοχλήματα (δισταγμός στην έναρξη της ούρησης, μείωση της ροής των ούρων, αίσθηση ατελούς αδειάσματος της κύστης).

Όλα τα παραπάνω μπορεί επίσης να αποτελούν ενδείξεις άλλων (κακοήθων ή όχι) παθήσεων, οπότε σε κάθε περίπτωση χρειάζεται η γνώμη του ειδικού ιατρού για τη διάγνωση.

 

Παράγοντες κινδύνου 

Υπάρχει ένα πλήθος μεταβλητών που σχετίζονται με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης :

  • Ηλικία : Καθώς αυξάνει η ηλικία ενός ατόμου, αυξάνονται και οι πιθανότητες να αναπτύξει καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Περίπου 90% των καρκίνων της ουροδόχου αφορούν άτομα άνω των 55 ετών. Ενώ η μέση ηλικία εμφάνισης είναι τα 73 έτη, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που αφορούν νεότερα άτομα.
  • Φύλο : 2-4 φορές συχνότερη η εμφάνιση στους άνδρες.
  • Κάπνισμα : Οι αρωματικές αμίνες και οι αρωματικοί πολυκυκλικοί υδρογονάνθρακες που περιέχονται στον καπνό του τσιγάρου αποτελούν συχνό αιτιολογικό παράγοντα για τον καρκίνο της ουροδόχου.
  • Επαγγελματική δραστηριότητα : Επαγγέλματα υψηλού ρίσκου είναι η κομμωτική (εργασία με βαφές μαλλιών), η βιομηχανία καπνού, χρωμάτων και βαφών, η βιομηχανία ελαστικών, η κατεργασία και βαφή δέρματος.
  • Αντι-νεοπλασματικές θεραπείες : Η κυκλοφωσφαμίδη και η ακτινοθεραπεία στην περιοχή της πυέλου αποτελούν ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου.
  • Φυλή : Μεγαλύτερη επίπτωση στην Καυκάσια φυλή.
  • Χρόνιες λοιμώξεις της ουροδόχου (συχνά σε συνδυασμό με λιθίαση) και χρόνιος ερεθισμός της κύστης.
 
 

Ποιες εξετάσεις βοηθούν στη διάγνωση ;

  • Κυτταρολογική εξέταση ούρων για πιθανή ανίχνευση μη-φυσιολογικών (άτυπων, δυσπλαστικών ή καρκινικών) κυττάρων.
  • Κυστεοσκόπηση,  με την εισαγωγή ενός κυστεοσκοπίου στην ουροδόχο κύστη διαμέσου της ουρήθρας, για την παρατήρηση του εσωτερικού του τοιχώματος της ουροδόχου και τη λήψη βιοψιών.
  • Βιοψία, κατά την οποία λαμβάνεται τμήμα από τον ιστό της βλάβης που ανευρίσκεται στο εσωτερικό της ουροδόχου κύστης και εξετάζεται στο μικροσκόπιο από τον παθολογοανατόμο. Εκείνος θα συμπεράνει εάν πρόκειται για τμήμα ιστού με καρκινικά κύτταρα, καθώς και τον βαθμό διαφοροποίησης των κυττάρων (διαβάθμιση του όγκου).

Επί υποψίας ή ανίχνευσης καρκίνου, εκτελούνται περαιτέρω διαγνωστικές εξετάσεις, με στόχο τη σταδιοποίηση της νόσου :

  • Αξονική τομογραφία (CT scan) προς απεικόνιση της ουροδόχου κύστης, των κοιλιακών οργάνων, πιθανών δευτεροπαθών λεμφαδενικών εντοπίσεων, αλλά και των πνευμόνων.
 
 

Η διουρηθρική εκτομή του όγκου της ουροδόχου κύστης (TURBT) με κυστεοσκόπηση υπό αναισθησία είναι απαραίτητη στα αρχικά στάδια, για να εκτιμηθεί το βάθος διήθησης του τοιχώματος από τον όγκο.

Ανάλογα με το βάθος διήθησης του τοιχώματος από τον όγκο, διακρίνουμε τις εξής υποδιαιρέσεις (σύστημα ΤΝΜ) :

  • Ta : μη-διηθητικό θηλώδες ουροθηλιακό καρκίνωμα (θήλωμα)
  • Τ0 : μη-διηθητικό ουροθηλιακό καρκίνωμα (καρκίνωμα in situ-CIS / “flat tumor”)
  • T1 : διήθηση του υποεπιθηλιακού συνδετικού ιστού
  • T2 : διήθηση του μυϊκού χιτώνα
  • T3 : διήθηση του περικυστικού λίπους
  • T4 : διήθηση παρακείμενων δομών (στρώμα του προστάτη, σπερματοδόχες κύστεις/μήτρα, κόλπο, κοιλιακό τοίχωμα)
 
 

Δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ουροθηλιακού καρκίνου είναι τα εξής:

  • Συχνά υποτροπιάζει τοπικά μέσα στην ουροδόχο κύστη
  • Μπορεί να αφορά και άλλα σημεία του ουροποιητικού συστήματος, όπως τους ουρητήρες, τη νεφρική πύελο και την ουρήθρα. Για το λόγο αυτό οι ασθενείς με ουροθηλιακό καρκίνο της κύστης πρέπει να ελέγχονται και να παρακολουθούνται για όγκους του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος.
 

Οι σύγχρονες εξελίξεις της Ογκολογίας επιτρέπουν την εφαρμογή της ανοσοθεραπείας σε όγκους έως και Τ1 στάδιο με υψηλό ρίσκο υποτροπής, που δεν έχουν δείξει ανταπόκριση σε τοπικές θεραπείες και εφόσον δεν είναι εφικτή η ριζική κυστεκτομή.

 

                                                                               (Προσαρμογή από uclahealth.org)

Tags

What do you think?