Ανοσοθεραπεία: πόσο κατάλληλη είναι στην περίπτωσή μου;

Γαρυφαλλιά Καρπόνη

Ανοσογονικότητα του όγκου και ανοσοθεραπεία σε συμπαγείς όγκους 


Γράφει η Γαρυφαλλιά Καρπόνη*

Τι είναι η ανοσογονικότητα του όγκου;

Τα κύτταρα του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των καρκινικών κυττάρων, φέρουν ένα μεγάλο μέρος μορίων (πρωτεϊνών) στην επιφάνειά τους. Τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος ελέγχουν τακτικά αυτά τα μόρια επιφανείας και καταστρέφουν όσα κύτταρα φέρουν νέα μόρια που δεν αναγνωρίζονται σαν φυσιολογικά. Τα καρκινικά κύτταρα, συσσωρεύουν πολλές αλλοιωμένες πρωτεΐνες στην επιφάνειά τους, επονομαζόμενες «νεοαντιγόνα», που δυνητικά είναι ανοσογόνες, μπορούν δηλαδή να διεγείρουν το ανοσοποιητικό σύστημα και να καταστραφούν από αυτό.

Παρόλα αυτά, δεν είναι όλοι οι όγκοι το ίδιο ανοσογόνοι. Αυτό συμβαίνει διότι τα καρκινικά κύτταρα δεν φέρουν το ίδιο φορτίο νεοαντιγόνων σε όλους τους ανθρώπους, οπότε δεν αναγνωρίζονται πάντοτε σαν ξένα από τον οργανισμό. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπου, αν και το ανοσοποιητικό αναγνωρίζει τα καρκινικά κύτταρα σαν ξένα, η απάντησή του δεν είναι τόσο ισχυρή ώστε να τα καταστρέψει.

Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό έχει σαν συνέπεια την εξέλιξη της νόσου.
Η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος ως προς την αναγνώριση των καρκινικών κυττάρων και την ενδυνάμωση της ανοσιακής απάντησης, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή των όγκων, αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο έρευνας προς εξεύρεση λύσης.

Τι είναι η ανοσοθεραπεία και πώς λειτουργεί;

Η ανοσοθεραπεία, είναι θεραπεία που κινητοποιεί τα Τ-λεμφοκύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, ώστε να επιτίθενται και να καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα. Αποτελεί δηλαδή ένα είδος «εκπαίδευσης» του ανοσοποιητικού συστήματος προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Τα βασικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην ανοσοθεραπεία είναι:

1. Μονοκλωνικά αντισώματα, που, χορηγούμενα στον ασθενή, έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν και να επισημαίνουν στα Τ-λεμφοκύτταρα την ύπαρξη κάποιου νεοαντιγόνου, ώστε να εξαπολυθεί ανοσιακή απάντηση.

2. Αναστολείς των σημείων ανοσιακού ελέγχου (Immune Checkpoint Inhibitors). Το ανοσοποιητικό σύστημα, για να μπορέσει να καταστρέψει ένα κύτταρο που αναγνωρίζει ως «ξένο» και να προφυλάξει τα υγιή κύτταρα, χρησιμοποιεί ειδικά μόρια. Αυτά τα μόρια ονομάζονται «σημεία ελέγχου» και απαντώνται στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Τα καρκινικά κύτταρα από τη μεριά τους, έχουν αναπτύξει μηχανισμούς ώστε να χρησιμοποιούν αυτά τα μόρια προς όφελός τους, για να διαφύγουν της επιτήρησης του ανοσοποιητικού και να επιβιώσουν.

Πολλά νέα υποσχόμενα φάρμακα, στοχεύουν τα σημεία ελέγχου και επιτρέπουν την επίθεση των Τ-λεμφοκυττάρων στον όγκο για την τελική καταστροφή των καρκινικών κυττάρων.
Είναι η ανοσοθεραπεία το ίδιο αποτελεσματική σε όλους τους ασθενείς;

Ακριβώς επειδή δεν είναι όλοι οι όγκοι το ίδιο ανοσογόνοι, μέχρι τώρα, περίπου ένα 20% των ασθενών εμφανίζει όφελος από την ανοσοθεραπεία. Σε μια προσπάθεια να χορηγείται ανοσοθεραπεία μόνο στα άτομα που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από αυτή, ώστε να μην καταναλώνεται πολύτιμος χρόνος, αλλά και προς αποφυγή οικονομικής επιβάρυνσης του συστήματος υγείας, γίνεται χρήση ειδικών βιοδεικτών, των οποίων η παρουσία στον όγκο ή το αίμα του ασθενή μπορεί να προβλέψει τη θετική έκβαση της θεραπείας.

Ποιοι βιοδείκτες χρησιμοποιούνται συχνότερα ως ένδειξη για χορήγηση ανοσοθεραπείας;

Στην ανοσοθεραπεία, και ιδιαίτερα του καρκίνου του πνεύμονα, αλλά και όχι μόνο, ο βιοδείκτης που ερευνάται συχνότερα είναι το PD-L1. Είναι μία χρώση που γίνεται σε τεμαχίδια του όγκου του ασθενή (πχ. προϊόντα βιοψίας, χειρουργικά παρασκευάσματα) σε ειδικά παθολογοανατομικά εργαστήρια. Αν και η αξία του αποτελέσματος της έκφρασης του PD-L1 εξακολουθεί και αποτελεί αντίκειμενο έρευνας, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι όσο πιο έντονη είναι η ύπαρξη του PD-L1, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα οφέλους του ασθενούς από την ανοσοθεραπεία.

Ένας άλλος βιοδείκτης είναι το μεταλλαγμένο φορτίο του όγκου (Tumor Mutational Burden, TMB) που ουσιαστικά μετρά τις γονιδιακές αλλοιώσεις που φέρουν τα κύτταρα του όγκου. Υπάρχουν έρευνες που δείχνουν πως, όγκοι που έχουν υψηλό ΤΜΒ σημαίνει πως έχουν περισσότερα νεοαντιγόνα, τα οποία μπορούν να αναγνωριστούν από τα Τ-λεμφοκύτταρα, υποκινώντας μια αντι-καρκινική απόκριση, και καταργώντας την ικανότητα του όγκου να «αποφεύγει» τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Ο δείκτης ΤΜΒ θεωρείται «tumor agnostic», μπορεί δηλαδή να χρησιμοποιηθεί σε συμπαγείς όγκους ανεξαρτήτως ιστολογικής προέλευσης, ωστόσο και σε αυτήν την περίπτωση, απαιτείται περαιτέρω έρευνα και τεκμηρίωση.

Ένα ακόμη παράδειγμα αποτελεί ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, το οποίο χορηγείται σε ασθενείς με καρκίνο μαστού και των οποίων ο όγκος υπερεκφράζει τον υποδοχέα HER-2. Το μονοκλωνικό αντίσωμα ουσιαστικά δεσμεύεται από τον υποδοχέα του HER-2 των καρκινικών κυττάρων και έτσι επισημαίνεται η καταστροφή τους από το ανοσοποιητικό σύστημα. Ο βιοδείκτης HER-2 επίσης ανιχνεύεται με ειδικές χρώσεις, ή μεθόδους κυτταρογενετικής.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι νευραλγικές αυτές εξετάσεις να διενεργούνται από εξειδικευμένους επιστήμονες (ιατρούς παθολογοανατόμους, μοριακούς βιολόγους) σε διαπιστευμένα διαγνωστικά κέντρα για την εξασφάλιση του ποιοτικότερου αποτελέσματος για τον ασθενή.
Τι παρενέργειες έχει η ανοσοθεραπεία;

Η κύρια παρενέργεια της ανοσοθεραπείας είναι η ανεξέλεγκτη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτίθεται και σε υγιείς ιστούς, εκτός των καρκινικών κυττάρων. Τέτοιου τύπου παρενέργειες είναι ωστόσο γενικά αντιμετωπίσιμες και διαχειρίσιμες, πάντα με τη συνεχή επίβλεψη του θεράποντα ιατρού.

Τελικά, η σύγχρονη ανοσοθεραπεία έχει αποδειχθεί ένα πολλά υποσχόμενο πεδίο στη μάχη κατά του καρκίνου και προσφέρει μια ενθαρρυντική εναλλακτική σε άτομα στα οποία οι συμβατικές θεραπείες δεν έχουν αποδώσει. 

Ακόμα και σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες, η ανοσοθεραπεία δύναται να προσφέρει σημαντικό κλινικό όφελος στους ασθενείς, προσφέροντάς τους παρατεταμένη επιβίωση και ποιότητα ζωής. Με τη βοήθεια της βασικής και κλινικής έρευνας, γίνονται σημαντικές προσπάθειες ώστε η ανοσοθεραπεία να εφαρμοστεί σε ευρύτερο επίπεδο, προς όφελος ακόμα μεγαλύτερου αριθμού ασθενών.

*Γαρυφαλλιά Καρπόνη
Mοριακή Βιολόγος-Γενετίστρια
MSc, Βιοπληροφορική και Νευροπληροφορική
PhD, Ιατρική Γενετική
aminoxy@yahoo.gr

Tags

What do you think?